Λένε ότι η ζωή είναι σαν το σκάκι. Μπορεί και να έχουν δίκιο. Ένα παιχνίδι που έχει αγαπηθεί με πάθος ή έχει δεχτεί την αποστροφή επίσης, κάπως σαν τη ζωή ας πούμε. Ακόμη και όσοι δεν έχουμε ασχοληθεί με αυτό, ίσως τελικά να έχουμε παίξει άπειρες "παρτίδες" δίχως να το έχουμε αντιληφθεί...
Δεν ήρθα να κάνω ανάλυση και σχολιασμό του συγκεκριμένου παιχνιδιού, καθώς δεν έχω ιδιαίτερες "παρτίδες" μαζί του, αλλά να προβάλλω ποιήματα εμπνευσμένα από εκείνο. Ανάμεσα σε όσα έχουν γραφτεί επέλεξα δύο πολύ γνωστών και αγαπημένων ποιητών μας και ένα τρίτο, μικρό, που φέρνει την ανατροπή μέσω της νέας γενιάς.
Το πρώτο έγινε γνωστό στο ευρύ κοινό μετά τη μελοποίησή του και το δεύτερο ήταν κρυμμένο για χρόνια μέχρι που βγήκε στο φως. Το τρίτο θα κλείσει την ανάρτηση μετά το τραγούδι... Όλα για μένα θαυμάσια!
"Το σκάκι" του Μανώλη Αναγνωστάκη
Ένας από τους κορυφαίους ποιητές μας του οποίου η ποίηση είναι βαθιά υπαρξιακή. Μέσα από τούτο το υπέροχο για μένα δημιούργημά του είναι σα να δέχονται επίθεση όλα τα στερεότυπα της κοινωνίας - του έρωτα, της αγάπης και γενικά των ανθρώπινων σχέσεων έως την πολιτική. Αυτός ο προαιώνιος "τρελός" είναι που αναλαμβάνει την επίθεση και ευτυχώς εξαιτίας του ο κόσμος γίνεται πιο όμορφος, καθώς δεν ακολουθεί τους κανόνες των υπολοίπων, με την ίδια του την ύπαρξη τούς αμφισβητεί και τους αναστατώνει. Από το ποίημα αναδύεται μεθυστικό το άρωμα του έρωτα - ακόμα περισσότερο του έρωτα για τη ζωή, του οποίου η παρτίδα δεν τελειώνει ποτέ. Ο έρωτας είναι αυτοθυσία.
Θα έρθεις να παίξουμε;
Έλα να παίξουμε…
Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου
Ήταν για μένα μια φορά η αγαπημένη
Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη
Θα σου χαρίσω τους πύργους μου
Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου
Έχουν πεθάνει από καιρό
πριν από μένα
Όλα, όλα, και τ’ άλογά μου θα στα δώσω
Όλα, όλα, και τ’ άλογά μου θα στα δώσω
Μονάχα ετούτο τον τρελό μου θα κρατήσω
που ξέρει μόνο σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει
Δρασκελώντας τη μιαν άκρη ως την άλλη
γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις
Έλα να παίξουμε…
Ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου
Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω!
Τραβάνε μπρος σκυφτοί δίχως καν όνειρα
Όλα, όλα, και τ’ άλογά μου θα στα δώσω
Όλα, όλα, και τ’ άλογά μου θα στα δώσω
Μονάχα ετούτο τον τρελό μου θα κρατήσω
που ξέρει μόνο σ’ ένα χρώμα να πηγαίνει
Δρασκελώντας τη μιαν άκρη ως την άλλη
γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις
Έλα να παίξουμε…
Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα...
Από τη συλλογή "Η συνέχεια" (1954)
"Το πιόνι" του Κωνσταντίνου Καβάφη
Ένα από τα 75 κρυμμένα ποιήματα του μοναδικού ποιητή μας, τα οποία βρέθηκαν ολοκληρωμένα στα έγγραφά του και ο ίδιος δεν προχώρησε ποτέ στη δημοσίευσή τους. Εμπνευσμένος από το αγαπημένο του παιχνίδι, το σκάκι, παρουσιάζει με έμμεσο τρόπο ένα πρότυπο πολιτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς. Άνθρωποι που έχουν γεννηθεί να ηγούνται, συνδυάζοντας την προσωπική γοητεία, την ευφυΐα, την εσωτερική αρμονία, την πηγαία καλοσύνη και το ψυχικό σθένος, ξεχωρίζουν σε όποιο χώρο κι αν βρεθούν. Όμως αυτός ο ώριμος άνθρωπος αναγνωρίζει τον πολλαπλά ικανότερο συμπολίτη του, του αναγνωρίζει το δικαίωμα να ηγείται υπηρετώντάς τον μάλιστα δίχως ανούσιους ανταγωνισμούς και με απόλυτη αφοσίωση. Άλλωστε τόσο η βασίλισσα όσο και το πιόνι έχουν έναν κοινό στόχο, να κερδίσουν τον αγώνα. Κάθε αγώνας αποτελεί μια συλλογική προσπάθεια που φτάνει στην τελική νίκη μόνο μέσα από τη συνεργασία. Ο ποιητής αναδεικνύει ξεκάθαρα πως τίποτε δεν θα είχε επιτευχθεί χωρίς την πρόθυμη και με αφοσίωση συνεισφορά του απλού πολίτη. Αυτού που με τη σεμνή αυταπάρνηση και την αυτοθυσία του προσφέρει στους συμπολίτες του τα μέγιστα δυνατά οφέλη. (Λίγα στοιχεία από την ανάλυση του ποιήματος από τον Κωνσταντίνο Μάντη)
Πολλάκις, βλέποντας να παίζουν σκάκι,
ακολουθεί το μάτι μου ένα Πιόνι
όπου σιγά-σιγά τον δρόμο βρίσκει
και στην υστερινή γραμμή προφθαίνει.
Με τέτοια προθυμία πάει στην άκρη
όπου θαρρείς πως βέβαια εδώ θ’ αρχίσουν
οι απολαύσεις του κ’ οι αμοιβές του.
Πολλές στον δρόμο κακουχίες βρίσκει.
Λόγχες λοξά το ρίχνουν πεζόδρομοι∙
τα κάστρα το χτυπούν με τες πλατείες των
γραμμές∙ μέσα στα δυο τετράγωνά των
γρήγοροι καβαλλάρηδες γυρεύουν
με δόλο να το κάμουν να σκαλώσει∙
κ’ εδώ κ’ εκεί με γωνιακή φοβέρα
μπαίνει στον δρόμο του κανένα πιόνι
απ’ το στρατόπεδο του εχθρού σταλμένο.
Αλλά γλιτώνει απ’ τους κινδύνους όλους
και στην υστερινή γραμμή προφθαίνει.
Τι θριαμβευτικά που εδώ προφθαίνει,
στην φοβερή γραμμή την τελευταία∙
τι πρόθυμα στον θάνατό του αγγίζει!
Γιατί εδώ το Πιόνι θα πεθάνει
κ’ ήσαν οι κόποι του προς τούτο μόνο.
Για την βασίλισσα που θα μας σώσει,
για να την αναστήσει από τον τάφο
ήλθε να πέσει στου σκακιού τον άδη.
Και η ανατροπή μέσα από το τρίτο ποίημα που ακολουθεί...
Εκεί να σε δω
Έγραψαν πολλοί για το σκάκι
ο Αναγνωστάκης, ο Καβάφης, ο Στασινόπουλος, ο Μπόρχες·
ωραία ποιήματα δε λέω
εγώ όμως προτιμώ την παρτίδα
με τη θήκη κλειστή (πολύ γέλιο κάνω…)
εκεί να δείτε τη μούρη του βασιλιά
όταν ξαπλωτός τ’ ανάσκελο
τα πιόνια και οι τρελοί τον σπρώχνουν:
“Καν’ άκρη ρε να χωρέσουμε’ όλοι”.
Ε. Μύρων (Από το "Αλέκτωρ")
@ Να το αναφέρω κι αυτό...
Ο Ισαάκ Ασίμωφ είχε πει ότι "στη ζωή, αντίθετα με το σκάκι, το παιχνίδι συνεχίζεται και μετά το ματ"! Μήπως είχε δίκιο;