Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015

Ιστορίες του Καφενέ: "Κυρία, σας αγαπάω!"


Το παρακάτω κείμενο είναι η συμμετοχή μου στις "Ιστορίες του Καφενέ", που διοργανώνει με επιτυχία για τρίτη φορά η...  μπουκλωτή μας φίλη Αριστέα από τον διαδικτυακό τόπο "η ζωή είναι ωραία"! Την ευχαριστούμε πολύ,  γιατί μάς βάζει σε πνευματική εγρήγορση και δημιουργικό οίστρο! Δεν καθόμαστε, λέμε...
Τις ιστορίες όλων των συμμετεχόντων στον τρίτο Καφενέ μπορείτε να τις βρείτε εδώ


 "Κυρία, σας αγαπάω!"

Ένας ήχος τηλεφώνου ήρθε να σπάσει την σιωπή τριών χρόνων. Από την άλλη πλευρά της γραμμής η νεανική, κι όχι αγορίστικη πια , φωνή ακούστηκε με θάρρος και άνεση: "Κυρία, καλησπέρα σας, είμαι ο Βασίλης. Πώς είστε;". Μετά από συνομιλία μισής ώρας ήρθε να δώσει ήχο ξανά σ' αυτή τη σιωπή μια συνάντηση που κανονίστηκε την επόμενη μέρα στο Café του πάρκου της γειτονιάς. 

Αν και ο χώρος ήταν οικείος και στους δύο, αισθάνονταν μια φυσική αμηχανία, διότι από τη μια ήταν η πρώτη φορά που συμμετείχαν σε μια τέτοιου είδους έξοδο - δασκάλα με μαθητή - και από την άλλη είχαν τόσο πολύ καιρό να τα πουν. Ακόμα και την ώρα της παραγγελίας μπερδεύτηκαν, επειδή ήθελε οπωσδήποτε να την κεράσει.
 
Είχε ανάγκη να της μιλήσει, γιατί βρισκόταν σ' ένα μεταίχμιο. Έπρεπε να πάρει μια απόφαση για το μέλλον του και ήθελε τις δικές της ιδέες, καθώς βρισκόταν ανάμεσα στις δικές του επιθυμίες, στις προσδοκίες των γονιών του και κάποιες ελλείψεις σε γνωστικό επίπεδο, λόγω του "χαμένου" εκπαιδευτικού χρόνου, οι οποίες τού έθεταν αντικειμενικές δυσκολίες στην πορεία που επιθυμούσε ν' ακολουθήσει. Ήθελε ακόμα να της μεταφέρει τι είχε επιτύχει όλα τα προηγούμενα χρόνια, τις αλλαγές που απολάμβανε στην ζωή του. Ήθελε να της δείξει πόσο σημαντική ήταν η παρουσία της στα χρόνια που πέρασαν και πόση εμπιστοσύνη τής είχε. Ήθελε να μοιραστεί μαζί της τον ενθουσιασμό του για ένα σενάριο πολεμικής ταινίας που είχε γράψει και τον ενδιέφερε πολύ ν' ακούσει την γνώμη της. Να της πει για τις υπόλοιπες αγαπημένες του δραστηριότητες, για την απόφασή του ν' ασχοληθεί περισσότερο με την εξωτερική του εμφάνιση και την φροντίδα του σώματός του, ακόμα ότι είχε γίνει πρόεδρος του δεκαπενταμελούς όταν ήταν στο γυμνάσιο. Πολλά ετερόκλητα κι όλα μαζί!

Εκείνη τον άφηνε να μιλάει και τον παρακολουθούσε με πολλή προσοχή διακόπτοντάς τον κάποιες στιγμές για να προσθέσει ή να ρωτήσει κάτι ή να κάνει χιούμορ, ώστε να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα και να τον ενθαρρύνει, όπως έκανε από την πρώτη φορά που τον είδε...


Οχτώ χρόνια πριν, μπαίνοντας στον εσωτερικό κοινόχρηστο χώρο του σχολείου τις πρώτες μέρες της νέας σχολικής χρονιάς αντίκρισε μια μεγάλη ομάδα παιδιών να έχουν πέσει όλοι πάνω σ' έναν μαθητή και να τον ξυλοκοπούν. Αυτή η ομάδα ήταν οι νέοι της μαθητές τής τετάρτης τάξης και το παιδί που ξυλοφόρτωναν και χαρακτήριζαν "τρελό" ήταν ο Βασίλης!

Από αυτή την πρώτη σοκαριστική σκηνή μέχρι εκείνη της συνάντησης στο Café της γειτονιάς συνέβησαν τόσα πολλά που για τον Βασίλη δεν ήταν τίποτε ίδιο πια! Ο Βασίλης έπαψε πολύ σύντομα να είναι ο "τρελός" του χωριού ακόμα και κόντρα στη διάγνωση του ειδικού, η οποία αναφερόταν σε σοβαρή ψυχική διαταραχή. Η πορεία του έδειξε περισσότερο συναισθηματικής φύσεως διαταραχή. Είχε απόλυτη ανάγκη την αγάπη χωρίς όρια και την πλήρη αποδοχή. Κάποιος να τον καταλαβαίνει και ν' αντέχει την σιωπή του. Η ψυχή του είχε παγώσει και ο νους του ήταν σε σύγχυση, με αποτέλεσμα για ένα ολόκληρο χρόνο η φωνή του ίσα που ακουγόταν κάποιες στιγμές σαν ήχος αφύπνισης. Η μόνη του συμμετοχή με πάθος στα δρώμενα της σχολικής τάξης ήταν σε οργανωμένες δραστηριότητες που αφορούσαν στην συναισθηματική ανάπτυξη. Εκεί έκανε μια βαθιά βουτιά στη θάλασσα των συναισθημάτων, απ' όπου αναδυόταν λίγο περισσότερο αναζωογονημένος, λίγο πιο δυνατός, για να περπατά με πιο σταθερό βηματισμό.



Σταδιακά αυτό έγινε αντιληπτό και από τους συμμαθητές του, οι οποίοι όχι μόνο δεν του συμπεριφέρονταν βίαια και απαξιωτικά όπως πριν αλλά πλέον φιλικά και απόλυτα υποστηρικτικά. Όπως χαρακτηριστικά είχε πει ένας μαθητής - αρχικά φανατικός πολέμιος του - κατά τη διάρκεια μιας ομαδικής εργασίας, στην οποία συνεργαζόταν μαζί του: "Κυρία, τελικά ο Βασίλης είναι ψυχούλα!". 

Στα δύο χρόνια που ακολούθησαν άρχισε να επικοινωνεί σιγά-σιγά με όλους, να λέει "καλημέρα" το πρωί, να συνεργάζεται και να συμμετέχει στις περισσότερες δράσεις της ομάδας. Τότε ξεκίνησε και η ουσιαστική επικοινωνία με την δασκάλα του, αφού ήταν σε θέση πια να την εμπιστεύεται και να μπορεί να της εκμυστηρευτεί τις αγωνίες, τους φόβους που είχε και τους εφιάλτες που έβλεπε.

Όλη αυτή η αργή αλλά συστηματική προσπάθεια, που απαιτούσε φοβερή υπομονή κι επιμονή από την εκπαιδευτικό, τους συμμαθητές του, τον ίδιο και τους γονείς του, οδήγησε προς το τέλος της έκτης δημοτικού σε μία πρώτη συγκλονιστική στιγμή. Για πρώτη φορά στην μικρή ζωή του ο Βασίλης άρθρωσε το "σ' αγαπώ" σε λέξεις που ακούστηκαν δυνατά στον διάδρομο του σχολείου καθώς έτρεχε προς την αγκαλιά της μητέρας του! Αυτή η πράξη ήταν το επισφράγισμα της διαρκούς προσπάθειας ν' αποκατασταθεί η σχέση γονέων και παιδιού, το οποίο είχε απομακρυνθεί από εκείνους και είχε κλειστεί στον δικό του σιωπηλό κόσμο. Οι γονείς ήταν άνθρωποι μορφωμένοι, που όμως είχαν χάσει το παιχνίδι μέσα από τα χέρια τους, λόγω των μεταξύ τους διαφωνιών και άλλων προσωπικών θεμάτων. Η υποδειγματική και πολύ συχνή όμως συνεργασία τους με την εκπαιδευτικό κατέδειξε ότι υπήρχε πολύ καλή μαγιά, για ν' ανατραπεί το εφιαλτικό πλαίσιο στο οποίο είχε περιέλθει το παιδί τους.


Τα τραύματα της ψυχής του με τον καιρό επουλώνονταν. Εκεί στο Café τής μιλούσε και γι' αυτό. Πώς κατάφερε να ξεπεράσει τις φοβίες που είχε, μέσα από την βοήθεια κάποιου ειδικού, πώς αποκαταστάθηκε η σχέση του με τους γονείς του, ότι έγινε για εκείνους προτεραιότητα η δική του ευτυχία, ότι ήταν κοντά του οι φίλοι του, αλλά και ότι διαχώριζε την θέση του απέναντι στις επιλογές τους με βάση τις δικές του, που ήταν εντελώς διαφορετικές, χωρίς να τον ενοχλεί καθόλου αυτό.

Όσο περνούσε η ώρα, η αμηχανία είχε υποχωρήσει και τη θέση της είχε πάρει η φυσική επαφή, η χαλαρότητα και η οικεία επικοινωνία. Έδειχνε τόσο σίγουρος για όσα μοιραζόταν μαζί της. Το πρόσωπό του ήταν ήρεμο καθώς εξέφραζε τις απόψεις του με αυτοπεποίθηση, με μικρά μόνο διαλείμματα ανησυχίας και ίχνη νευρικότητας όσο αντάλλασσαν σκέψεις για τις δυνατές διαδρομές που θα μπορούσε ν' ακολουθήσει για το μέλλον του.

Εκείνη, καθ' όλη τη διάρκεια της συνομιλίας τους, αισθανόταν τεράστια χαρά και μεγάλη περηφάνια γι' αυτά που της εξομολογούνταν, ώστε ήθελε να σηκωθεί να τον πάρει αγκαλιά και να του δώσει δυο σβουριχτά φιλιά, αλλά επέλεξε το "σεμνάαα", μια και θα τον έφερνε σε δύσκολη θέση. Η κοινωνία μας παρεξηγεί πολλά και κρατά  αλυσοδεμένους τους ανθρώπους μέσα στις τυπικότητες, που πνίγουν τα συναισθήματα, όπως της συγκίνησης και της χαράς.

Έτσι αλυσοδεμένη ένιωθε και η ίδια μέσα της όσο δεν τολμούσε να του πει πόσο την είχε στιγματίσει και είχε χαραχτεί βαθιά στην μνήμη και την καρδιά της μια δεύτερη συγκλονιστική σκηνή μαζί του, της οποίας ήταν μάρτυρας και πρωταγωνίστρια. Μια σκηνή που κανένας εκπαιδευτικός δεν θα την ξεχνούσε ποτέ! Μετά από αυτό μπορεί να ζήσει και μ' έναν απειροελάχιστο μισθό, καθώς αυτή η πληρωμή συγκρίνεται μόνο με ενός μεγιστάνα. 
Ο Βασίλης ήταν ήδη στην πρώτη γυμνασίου, όταν κατεβαίνοντας, ένα μεσημέρι μετά το σχόλασμα, τον δρόμο του σχολείου μαζί με την παρέα του, την είδε να περνά δίπλα του μέσα σ' ένα αυτοκίνητο. Την χαιρέτησαν όλα τα παιδιά κι εκείνη ανταπέδωσε μ' ένα χαμόγελο μέχρι τ' αυτιά, κι όλα αυτά σε δευτερόλεπτα και εν κινήσει. Δεν πίστευε με τίποτα αυτό που είδε στην συνέχεια, ούτε και η συνάδελφός της που οδηγούσε. Τον Βασίλη να τρέχει πίσω τους, αψηφώντας τι θα πουν οι συνομίληκοί του, και να της φωνάζει: "Κυρία, σας αγαπάω!".

Ένας κόμπος είχε σταθεί στο λαιμό της και το φανάρι έγινε πράσινο...

Ήταν πια αργά κι έπρεπε ν' αφήσουν το Café. Ανανέωσαν το ραντεβού τους, διατηρώντας μέσα τους όλη τη γλυκύτητα αυτής της συνάντησης. Το κέρασμα η "κυρία" δεν το γλίτωσε τελικά... ήταν φίλη του πια!



Αφιερωμένο σ' ένα από τα παιδιά μου, εκείνα της "καρδιάς".


Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

Παλαιότερες ιστορίες του Καφενέ

Η εικόνα είναι επιλογή της φίλης Πέτρας και συνοδεύει την πρώτη ιστορία



Συνεχίζω την παρουσίαση παλαιότερων κειμένων μου αυτή την φορά με τις δύο συμμετοχές που είχα στις Ιστορίες του Καφενέ, που διοργανώνει κατά καιρούς η φίλη Αριστέα, μετά από ιδέα της Μαρίας Κανελλάκη. Πραγματικά διαβάσαμε πολλές όμορφες ιστορίες από όλους τους συμμετέχοντες και τις οποίες θα βρείτε στο "σπιτάκι" της Αριστέας!
Η πρώτη ιστορία φιλοξενήθηκε από την φιλενάδα Πέτρα στον "Πιο πιστό φίλο του σκύλου" και η δεύτερη από την ίδια την διοργανώτρια, τη γλυκιά Αριστέα στο "Η ζωή είναι ωραία". 
Για να έχει περισσότερο ενδιαφέρον για όσους ξαναδιαβάζουν τις ιστορίες, αν σχολιάσετε, μπορείτε να επιλέξετε ποια σας άρεσε περισσότερο και ν' αναφέρετε γιατί.
@ Πατώντας πάνω στους τίτλους των ιστοριών θα μπορείτε να διαβάσετε τα σχόλια των αναγνωστών τότε.

Στην επόμενη ανάρτηση θα έχω την νέα ιστορία του καφενέ, η οποία θα είναι η συμμετοχή μου στον τρίτο γύρο αυτού του διαδικτυακού δρώμενου και κινείται σ' ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο.



Εκείνη τη βραδιά το καφενείο ήταν ασφυκτικά γεμάτο, μέσα κι έξω. Ζευγάρια, μικρές και μεγάλες συντροφιές επιδίδονταν άλλοτε σε ήπιες, άλλοτε σε έντονες συζητήσεις ή παρατεταμένες σιωπές. Οι τυχαίες μουσικές επιλογές, κάπου - κάπου ευχάριστες ή απόλυτα εκνευριστικές, έρχονταν να καλύψουν το πολύβουο μελίσσι ή τα κενά που άφηναν οι αμήχανες επαφές των θαμώνων.
Αρχικά ανησύχησαν πως δε θα έβρισκαν κάπου να καθίσουν, καθώς ο χρόνος που είχαν στη διάθεσή τους ήταν τόσο λίγος για τα τόσα πολλά που είχαν να πουν. Σύντομα εντόπισαν, χωμένο σε μια γωνιά, το μοναδικό ελεύθερο, μαρμάρινο τραπεζάκι. Στριμώχτηκαν όπως – όπως σ’ αυτή τη μικρή αγκαλιά του καφενείου, μα αυτό δεν είχε και πολλή σημασία. Σίγουρα θα προτιμούσαν ένα πιο ήσυχο περιβάλλον με απαλή μουσική και πιο γλυκό φωτισμό, αλλά κι αυτά ήταν ένα είδος πολυτέλειας για τους δυο τους.
Αφού σχολίασαν αστειευόμενοι για την τυχαία επιλογή τους, χαμογέλασαν, βυθίζοντας ο ένας το βλέμμα του στα μάτια του άλλου. Αυτούς τους καθρέφτες που λένε μόνο αλήθειες. Μέσα τους διαγράφονταν, σ’ έναν ατέλειωτο, ρομαντικό χορό, η απορία, η χαρά, η επιθυμία, η αγωνία, η λαχτάρα, η μελαγχολία… πόσα ακόμα!
Ένα συνέδριο ήταν η αφορμή της γνωριμίας τους. Είχαν καθίσει δίπλα – δίπλα κι εκεί αυθόρμητα σχολίασαν όσα άκουσαν, μοιράστηκαν κοινές εμπειρίες, αντάλλαξαν απόψεις και ιδέες, διαπίστωσαν πόσα κοινά είχαν. Σαν να γνωρίζονταν πάντα. Έτσι απλά και με χιούμορ!
Έμεναν σε διαφορετικές πόλεις, οπότε η επικοινωνία τους διατηρήθηκε από απόσταση πια. Μια επικοινωνία χαράς, που άγγιξε βαθιά και τους δύο. Ο ένας συμπλήρωνε τον άλλο και μαζί έπλαθαν τον κόσμο όλο. Ένας έρωτας γεννήθηκε ανέλπιστα, παράλογα, σαν την καλοκαιρινή βροχή. Λυτρωτικός μα και απίστευτα βασανιστικός!
Δεν ήταν μόνοι…
Ένας έρωτας από τα βάθη της ψυχής και τα σκοτάδια της, που εξέπεμπε όμως παράδοξα τόσο φως! Ήξεραν από την αρχή ότι δε θα οδηγούσε πουθενά. Είχαν δει το τέλος κι αυτό πονούσε ήδη αφόρητα.
Έπεισαν τους εαυτούς τους, φόρεσαν τις μάσκες τους και υποδύθηκαν για καιρό τους φίλους, για να μη χάσουν ο ένας τον άλλο.
Με τη μεταμφίεση αυτή κάθονταν αντικριστά, έπειτα από πολύ καιρό, σε τούτο το θορυβώδες, για ’κείνους, καφενείο. Πόσα είχαν να μοιραστούν ακόμα, πόσες πνιχτές σιωπές, υγρά βλέμματα μετέωρα έξω από τα παράθυρα του καφενείου … του χαμένου χρόνου. Η ώρα γλίστρησε από τα δάχτυλά τους σαν το νερό. Ποτέ δε θα τους έφτανε εξάλλου!
Έτσι, χαμένοι και οι δυο στις σκέψεις τους, άφησαν διακριτικά τη γωνιά που φιλοξένησε για λίγο και για πάντα τη συντροφιά τους. Περπάτησαν σιωπηλοί διασχίζοντας το κοντινότερο πάρκο του αποχαιρετισμού.
Εκείνη του χάρισε ένα αγαπημένο της στυλό, κάτι δικό της, για να τη θυμάται. Θα είχε πολλά να σημειώσει σε άλλα συνέδρια, στα οποία θα συμμετείχε χωρίς την παρέα της. Εκείνος της χάρισε τα τρυφερά φιλιά του, κάτι δικό του, για να το έχει μαζί της όπου κι αν βρισκόταν. Χωρίς τις μάσκες τους μέσα σ’ αυτή τη ζεστή αγκαλιά χώρεσαν όλες τις στιγμές που θα ήθελαν να ζήσουν. Ήξεραν πια ότι οι ψυχές τους ήταν πέρα και πάνω από αυτό.
Έμεινε να την κοιτά για τελευταία φορά ασάλευτος, βουβός, καθώς χανόταν στο μισοσκόταδο η βιαστική φιγούρα της από τα μάτια του…

Εκείνη τον ρώτησε:



 Κι εκείνος της αποκρίθηκε: 

Ήταν τα τα πρώτα τραγούδια που αφιέρωσαν ο ένας στον άλλο και αυτά μαρτυρούσαν, όπως πάντα, την αλήθεια.








Επιστροφή στην παλιά νησιωτική πόλη, που από την πρώτη στιγμή την έκανε να χάνει την φυσική πυξίδα της, να γυρίζει στα σοκάκια χωρίς να μπορεί να προσανατολιστεί, να αισθάνεται σαν βαρκούλα που την παρασύρει ο άνεμος. Μόνο τούτος ο τόπος της προκαλούσε τόση σύγχυση. Ήταν αστείο αλλά συνάμα κι ενοχλητικό. Την πρώτη φορά που πάτησε το πόδι της στα δρομάκια της γλυκιάς πολιτείας η φίλη της την μάζευε κάθε λίγο και λιγάκι ωθώντας την στο σωστό δρόμο κι έλεγε αστειευόμενη «Μα καλά, τι έχεις πάθει; Από ’δω, χαζοπούλι!».

Τώρα περπατούσε μονάχη παρέα με τη σκιά της και τον εκνευριστικό θόρυβο που έκαναν οι ρόδες της βαλίτσας της πάνω στο λιθόστρωτο. Είχε βαλθεί να ταράξει τα όνειρα των κατοίκων μιας πόλης που κοιμόταν. Ήθελε φαίνεται να μεταδώσει τη δική της ανησυχία και αταξία στους ανυποψίαστους πελάτες του Μορφέα… Δεν την ένοιαζε καθόλου, κατά βάθος το διασκέδαζε κιόλας!


Φτάνοντας στον προορισμό της επιτέλους, μετά την μικρή Οδύσσεια στα έρημα δρομάκια, άφησε τα πράγματά της , περιποιήθηκε τα μαλλιά της, δροσίστηκε με φρέσκο νερό και συντροφιά με το άρωμά της, που αναγεννούσε ψυχή και σώμα, έφυγε, λίγο αγχωμένη μην τυχόν χαθεί και πάλι, για το αγαπημένο της στέκι.
Εκείνη την ώρα ήταν το μόνο σημείο της γραφικής πόλης που έσφυζε από ζωή. «Το Καφενείο», έτσι ήταν το όνομα του μαγαζιού, αποτελούσε μια γλυκιά αγκαλιά για άτομα κάθε ηλικίας. Η διακόσμησή του λιτή και νεανική, με λίγα παραδοσιακά στοιχεία, τα οποία χρωμάτιζαν τρυφερά την ατμόσφαιρα, ενώ τα τραπεζάκια του ξεχύνονταν κι έκαναν κατάληψη στο φασαριόζικο σοκάκι. Μια τέτοια μοσχομυριστή κι ανέφελη βραδιά όλοι κάθονταν έξω, για ν’ απολαύσουν με όλες τους τις αισθήσεις τη μαγεία της.
Κάθισε, λοιπόν, κι εκείνη σ’ ένα από τα τραπεζάκια που ακουμπούσαν δανεικά στον τοίχο του αντικρινού σπιτιού. Της άρεσε να κάθεται εκεί έχοντας οπτική επαφή με την καλόγουστη πρόσοψη του καφενέ, αλλά και όλου του δρόμου με τα θορυβώδη μαγαζιά και τις υπέροχες βουκαμβίλιες. Πότε πότε σήκωνε το βλέμμα της στον νυχτερινό ουρανό κι αφηνόταν στο ταξίδι των αστεριών. Ποτέ δεν κατάλαβε πώς κατάφερνε να απομονώνεται στο δικό της ταξίδι, ακόμα κι από τα μικρά της χρόνια, μέσα σε τόσο κόσμο! Εδώ βοηθούσε ακόμα πιο πολύ η καλοεπιλεγμένη μουσική και το γλυκόπιοτο οινόπνευμα του τόπου – η ώρα δε σήκωνε καφέ.


Έτσι πέρασε εύκολα σ’ εκείνη τη βραδιά, όπου σε παρόμοια ώρα κι εποχή, στο ίδιο τραπεζάκι είχε εξομολογηθεί στη φίλη της πόσο πόνο της προκαλούσε το ότι είχε φτάσει στην πηγή, αλλά δεν μπορούσε να πιει νερό… «Φαίνεται πως ίσως η ζωή δεν μας χωράει όλους!», είχε ψιθυρίσει.
Η ζωή γι’ αυτήν ήταν αυτό το νερό, που τώρα πια είχε απομείνει η σκιά του να πλανάται μέρα νύχτα γύρω της , να την κάνει να χάνει τον προσανατολισμό της, σαν τούτη την πόλη. Μια πόλη ταυτισμένη με αυτή τη σκιά… Τη σκιά μιας αγάπης που έληξε άδοξα. Το νερό της πηγής ακολουθούσε την φυσική ροή, γιατί αυτό είχε μάθει από τη μάνα γη. Πώς να παρεκκλίνει; Όγκοι πετρωμάτων θεόρατοι υψώνονταν εξαρχής μπροστά του! Δεν ήταν ποτάμι ν’ ανοίξει με τα ορμητικά νερά του τη δική του κοίτη παρασύροντας ό,τι του στεκόταν ως εμπόδιο. Η πηγή για να γίνει ποτάμι χρειάζεται να κάνει μεγάλη διαδρομή…
Δεν  θα μάθουμε ποτέ πόσα χάνουμε εστιάζοντας μόνο στην Ιθάκη, προσπερνώντας αδιάφορα τη διαδρομή ή αντιμετωπίζοντάς την ως αγγαρεία ή ακόμα με το φόβο!


Είχαν περάσει ήδη δύο χρόνια από τότε και τούτη τη νύχτα είχε πάει μόνη κοντά στην πηγή και πάλι, για ν’ αγγίξει ξανά το δέρμα της λίγη από την αύρα της δροσιά της. Τώρα δεν είχε σημασία για ποιο λόγο είχε έρθει το τέλος, αλλά γιατί δεν έβρισκε τη δύναμη ν’ απαγκιστρωθεί, να κάνει το ένα βήμα παραπέρα. Είχε επιλέξει τη μοναξιά. Είχε μάθει να είναι μόνη με τόσο κόσμο… Ήξερε ότι είναι η μοναξιά που αισθάνεται κανείς ακόμα και με τους δικούς του ανθρώπους, τους φίλους, τις συντροφιές. Εξάλλου, η πορεία του ανθρώπου είναι εν τέλει μοναχική. Το είχε διαπιστώσει από πολύ νωρίς, για να μην την τρομάζει πια. Οι μόνοι που μπορούν να μας γνωρίζουν καλά είμαστε εμείς οι ίδιοι κι εμείς αποφασίζουμε ποιο μονοπάτι θα ακολουθήσουμε κάθε φορά στη ζωή μας. Είχε αφεθεί, λοιπόν, στη ροή των πραγμάτων. Δε σκεφτόταν τόσο, όσο βίωνε. Είχε ανάγκη να ζήσει κάθε σταγόνα από αυτή την πηγή!


Υπήρχαν στιγμές που στο ταξίδι της έπιανε λιμάνι κάθε φορά που κάποιο τρανταχτό γέλιο ή ζωηρή συζήτηση από τη διπλανή συντροφιά δεν ήταν δυνατόν να περάσουν απαρατήρητα. Α, ναι, κι όταν περνούσε κάποιος από μπροστά της, που τύχαινε να έχει χαρακτηριστικά όμοια μ’ εκείνου. Άθελά της τον έψαχνε παντού μέσα στο πλήθος… Είναι όπως στο πένθος, όπου στα πρώτα στάδιά του, όποιος έχει χάσει κάποιον δικό του, αισθάνεται ότι συναντά μπροστά του αυτόν που χάθηκε στις μορφές άλλων που μπορεί να του μοιάζουν.
Και πάλι χανόταν στον ωκεανό των άτακτων σκέψεων και των δυνατών συναισθημάτων. Ξαναβίωνε νοερά, μέσα στην ομίχλη πια, όλα όσα είχε ζήσει παραδομένη στο κρυστάλλινο νερό της πηγής της, με τις αισθήσεις να ξυπνούν και πάλι από την χλωρή ευωδιά του, το απαλό χάδι του, που έκανε το κορμί της ν’ αναριγά, τη γλυκιά χαρά και ταραχή που την πλημμύριζε σε κάθε συναπάντημά τους από τον βαρύ κι αισθαντικό ήχο της φωνής του. Κάποια στιγμή ένιωσε να της κόβεται η ανάσα, η καρδιά της να χτυπά αδιάκοπα, τρελά! Κύματα γιγάντια σηκώθηκαν στην απέραντη θάλασσά της κι εκείνη μόνη ως άλλος περιπλανώμενος Οδυσσέας δεν εγκατέλειπε την άνιση πάλη με τις δυνάμεις της φύσης. Ελευθέρωσε τον εαυτό της να τα αισθανθεί όλα από την αρχή, την τρυφερότητα, τη γλυκύτητα, το πάθος, την αγωνία, την απόρριψη, τη βαθιά θλίψη… Τα ζούσε όπως τότε, μονορούφι, δίχως αύριο!


Τούτο το ταξίδι της τέλειωσε στο λιμάνι του καφενείου με την πληρωμή του λογαριασμού… Έφυγε πολύ αργά, αφήνοντας τις άλλες παρέες να διασκεδάζουν μες στην αληθινή ή προσποιητή ευθυμία τους, δίνοντας ραντεβού για τον πρωινό καφέ.


Περπατώντας χωρίς βιάση , αλλά πάντα προσέχοντας μην ξαναχαθεί, φούντωνε μέσα της η επιθυμία να ξυπνήσει την πόλη… οι σκιές να γίνουν φως, ήλιος, που φέρει πάντα μέσα του την ελπίδα, την ίδια την ζωή!


Δεν μετάνιωνε για τίποτα, μια και είχε αντιληφθεί πια πως όποιος τολμά να φανερώσει όσα αισθάνεται η καρδιά του και δίνεται χωρίς όπλα στην αγάπη, τότε στέκεται με περηφάνια κι αξιοπρέπεια μπροστά στους εκτελεστές του. Είχε επιλέξει, λοιπόν, να ζήσει μέσα από το θάνατο.




Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Ο λυρικός οίστρος των "αριθμών" και η ευτυχία...


Ο παραπάνω τίτλος συνδυάζει μέρη από τους τίτλους δύο κειμένων που παραθέτω στη συνέχεια. Σερβίρεται εδώ και πάλι "κονσέρβα" - συνέχεια των φιλοξενιών και συνεργασιών που είχα, η οποία περιλαμβάνει τις δύο συνεργασίες με τους άνδρες φίλους της "μπλογκογειτονιάς", τον Μαζεστίξ από το τοίχο-τοίχο... και τον Πέτρο Ακυβέρνητο! Πού να το φαντάζονταν ποτέ ότι θα συναντιούνταν σε μια κοινή ανάρτηση... 
Για εξοικονόμηση χώρου και χρόνου ομαδοποιώ τα περισσότερα κείμενα σε ζεύγη, οπότε σκέφτηκα των ανδρών να μπουν παρέα... καντίλες θα βγάλουν!

 Ευχαριστώ θερμότατα και τους δύο για τις υπέροχες συνεργασίες που είχα μαζί τους!

 

Ο λυρικός οίστρος των "αριθμών"

(Γράφει η φίλη Γλαύκη. Σχολιάζει παρακάτω ο Μαζεστίξ.)
«Λυρικός οίστρος»! Αυτή η φράση μου έμεινε, τις τελευταίες ημέρες αναλύοντας ένα κείμενο του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου με τους μαθητές μου.
Ένας τέτοιος οίστρος θα έπρεπε να διακατέχει όσους κρατούν στα χέρια τους την τύχη της παιδείας και όχι ο εκδικητικός οίστρος…!
Γιατί μόνο με εκδίκηση μοιάζει ο ακρωτηριασμός του μέλλοντος των παιδιών, με ψαλίδισμα των φτερών των νεοσσών ή ακόμα χειρότερα με δηλητηριασμένη ατμόσφαιρα μέσα στην οποία τους επιτρέπεται μόνο ν’ αναπνέουν…!!

Γι’ αυτούς είναι απλοί, φυσικοί αριθμοί, όπως όλοι μας, σαν τους αιχμάλωτους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης με τα νούμερα κολλημένα στην πλάτη…

Υποκρίνονται το νοιάξιμο, τη φροντίδα, το «νέο σχολείο»… για το καλό τους!!
Μόνο «νέο» δεν μπορεί να είναι ένα τέτοιο σχολείο…
Άσκηση σεισμού και μέτρα για μαθητές και δασκάλους στοιβαγμένους σ’ αίθουσες 3 χ 3…

Προσωπικό, το οποίο αλλού ήταν να πάει, αλλού βρέθηκε κι ακόμα δεν ξέρει την επομένη που θα πατάει! Σαν ένα λεωφορείο όπου άλλος μπαίνει, άλλος βγαίνει κι άλλος χάνει τη στάση!!


Μαθήματα στεγνά, δίχως έμπνευση, δίχως φαντασία! Οι πόρτες και τα παράθυρα στενά κι απ’ έξω όλα σκοτεινά…
Το παιχνίδι και η χαρά σκιάζονται και φεύγουν μπροστά στην υποχρέωση!

Κρίμα, οι μέθοδοι πολλές και οι θεωρίες άλλες τόσες, όμως υποτάσσονται κι αυτές στην υποχρέωση, χάνοντας έτσι το δρόμο της αγάπης!

Κι ο γονιός δε στέκεται πάντα αρωγός. Τον νοιάζει ο βαθμός, άλλος ένας αριθμός, φυσικός ή δεκαδικός! Για άλλη μια φορά το παιδί λογαριάζεται ως αιχμάλωτος!!
Αιχμάλωτος, που όλο και πιότερο ασφυκτιά, αναζητώντας τρόπο να σπάσει τα δεσμά!!


Πόση χαρά, όμως, κι ελπίδα με κατακλύζει συναντώντας καθημερινά μάτια λαμπερά, που υπόσχονται πολλά…!
Φως διαχέεται παντού απολυμαίνοντας, μέρα με τη μέρα, κάθε χώρο από τα απόβλητα!!
Περιμένοντας, λοιπόν, να τα πιάσει εκείνα ο «λυρικός οίστρος»…

Τότε είναι που θα σκιαχτούν ΟΛΟΙ !!!


Τι λες, Μαζεστίξ;
Είναι έτσι;
Ή σφάλλω θλιβερά;

Γλαύκη, η σχέση σχολείου-παιδιών βρίσκεται σε διαρκή αναλογία με τη σχέση κοινωνίας-πολίτη.

Παλιότερα, που η κοινωνία ήταν σκληρή και αυστηρή, μονοδιάστατη και φτωχή, τα σχολεία ήταν αναλόγως φτωχά, αυστηρά και αυταρχικά, μονόπλευρα και τιμωρητικά.

Κι όμως, κάπου ανέτειλλε ένας μικρός ήλιος που φώτιζε τα ξυπόλητα παιδιά που ήθελαν να προοδεύσουν, να δημιουργήσουν, να μάθουν, να ξεφύγουν, να αναπτυχθούν.
Έτσι και οι πολίτες της τότε κοινωνίας. Μέσα στα χίλια στραβά που είχε η τότε κοινωνία, οι πολίτες μπορούσαν και συχνά έβρισκαν τους τρόπους για να ξεφύγουν και να δημιουργήσουν κάτι αξιόλογο. Κάτι που θα τους γέμιζε την ώρα που θα γύριζαν το μεσημέρι στο σπίτι με μισή φρατζόλα ψωμί στη μασχάλη κι ένα χαμόγελο ως τα αυτιά που θα κάλυπτε τα ταλαιπωρημένα τους μάγουλα.

Σήμερα, σε μια κοινωνία φυσικά πολύ πιο φιλελεύθερη, όπου το παιδί έχει κάθε είδους δικαίωμα και προστατεύεται από χίλιες μεριές, το σχολείο μοιάζει να συρρικνώνει τους ορίζοντες των παιδιών τελικά. Σα να υψώνει τοίχους γύρω τους.

Δεν υπάρχει πια ξύλο, βέργα, τράβηγμα αυτιού μέχρι… αποκολλήσεως, ούτε και τιμωρίες.
Μα το σχολείο μοιάζει να είναι πια πολύ πιο βασανιστικό για το παιδί!
Και μάλλον και για το γονιό του. Σαν μια θλιβερή υποχρέωση.
Και το σχολείο συκοφαντημένο, απαξιωμένο, δεν είναι πια έρωτας, μα κατάντησε μια… «τυπική διαδικασία», που τραγουδούσε κι ο Τερζής!
(σ.σ. όπως κι ο έρωτας, έτσι και το σχολείο "θέλει ψυχή και φαντασία"...)
Δεν είναι μόνο το κράτος που το απαξιώνει.
Είμαστε κι εμείς.

Εκεί που κάποτε το καμάρι του σογιού ήταν ο δάσκαλος ή ο γιατρός, σήμερα είναι ο μπάτσος κι ο στρατιωτικός.
Γιατί «εκεί έχει δουλειά σήμερα! Όχι που μου γίνονται όλοι γιατροί και δικηγόροι και ψωμολυσσάνε! Τέτοιον να πάρεις κόρη μου! Τα γράμματα δεν τρώγονται! Τα μισθά τρώγονται…»
Στην κοινωνία που ο μπάτσος ζυγίζει πιο πολύ απ’ το δικηγόρο, δεν μπορείς να περιμένεις σχολείο με δημιουργικότητα και φαντασία.
Έτσι κάπως είναι και η κοινωνία μας. Έχουμε τόσα και τόσα δικαιώματα, δε μας χτυπάει κανείς, δε μας φυλακίζει, δε μας εξορίζει κανείς.
Κι όμως είμαστε πολύ πιο φοβισμένοι, πολύ πιο αποκλεισμένοι, πολύ πιο παγιδευμένοι μέσα σε τοίχους, παρόλο που η ΕΑΤ-ΕΣΑ είναι πια μακρινό παρελθόν.
 

Τελικά ίσως να μη φταίνε απλά και μόνο τα εκπαιδευτικά συστήματα.
Ίσως υπάρχει μια μυστική αλήθεια στον κόσμο αυτό, που ίσως σας την έχω ξαναπεί.
Μια αλήθεια οξύμωρη.
Πως αν δέσεις τον άνθρωπο με αλυσίδες, αυτός θα δώσει τον αγώνα της ζωής του για να ελευθερωθεί.
Αν όμως δώσεις στον άνθρωπο ελευθερία, τότε αυτός τρέξει να κρυφτεί και να αλυσοδεθεί. Θα αναζητήσει την ασφάλεια.
Έτσι, κι αν μεγαλώσεις το παιδί σπάζοντάς του τις αλυσίδες, τότε αυτό θα τρέξει πίσω στα φουστάνια της μαμάς του να κρυφτεί.

Αλλά αν το μεγαλώσεις με μια αίσθηση «αλυσόδεσης», τότε (κι αφού πρώτα διακριτικά του δείξεις πού να ψάξει για τα κλειδιά) αυτό θα κάνει το παν για να ελευθερωθεί, για να ελευθερώσει το νου του, το πνεύμα του, το σώμα του, την ψυχή του, την καρδιά του.

Ας προχωρήσουμε λοιπόν σ’ αυτό το «γενναῖον ψεῦδος» που έλεγε και ο Πλάτωνας.
Ας υποκριθούμε όλοι μαζί στα παιδιά πως τα αλυσοδένουμε, για να τα αναγκάσουμε να αγωνιστούν για να ανατρέψουν αυτά τα ίδια τον αριθμόκοσμο που τους ορίσαμε (και μας ορίσανε) να ζήσουν.






Επειδή τα παιδιά είναι ευτυχία σε τούτο τον κόσμο, ας δούμε παρακάτω πώς προσπαθήσαμε με τον Πέτρο να ορίσουμε την ευτυχία!

Κόντρα στην αίσθηση της εποχής, τι είναι ευτυχία; 


Με χαρά αποδέχτηκα την πρόκληση της Γλαύκης σε έναν πολύ ενδιαφέροντα διάλογο. Θέμα της μεταξύ μας συζήτησης είναι η ευτυχία και πως αυτή ορίζεται.
Στο τέλος της συζήτησης η Γλαύκη θέτει το ίδιο ερώτημα προς όλους.
 

Γλαύκη
Ευ + τύχη. «Καλή τύχη» δηλαδή. Να σου πηγαίνουν τα πράγματα κατ’ ευχήν. Όσα σχεδιάζεις να σου βγαίνουν. Αυτή μάλλον είναι η ευτυχία.
Όπως είχε πει κάποτε ένας φίλος «όταν δεν έχω απάντηση για κάτι και φτάνω σε αδιέξοδο, αρχίζω και ‘σπάω’ τις λέξεις». Έτσι, λοιπόν, έγινε, και τώρα «σπάω» κι εγώ τις λέξεις μπροστά στο αδιέξοδο!
Είναι όμως έτσι;
«Αν ξέραμε τι μας κάνει ευτυχισμένους, θα ήταν εύκολο να το πετύχουμε. Αλλά η ευτυχία είναι η μεγάλη νίκη. Και ποιος ξέρει τον σωστό τρόπο για τη νίκη;
Σωστός τρόπος είναι αυτός που τελικά νίκησε. Και η ευτυχία μόνο στο τέλος κρίνεται. Μηδένα προ του τέλους μακάριζε…» συνέχισε ο φίλος.
Είχε δίκιο;
Πώς θα όριζες, εσύ Πέτρο, την ευτυχία;




Πέτρος
Ευτυχία δεν είναι να μην έχεις προβλήματα, αλλά το να μη δυσκολεύεσαι να βρεις τη λύση τους.
Ευτυχία είναι να έχεις συνειδητοποιήσει ότι είσαι ένα ελάχιστο τίποτα σε ένα απέραντο πολύ.
Ευτυχία είναι να σε αγαπάει αληθινά έστω και ένας. Όταν σε αγαπούν περισσότεροι είσαι στον παράδεισο.
Ευτυχία είναι όταν σφιχταγκαλιάσεις το νεογέννητο παιδί σου, να καταλάβεις τι έκανες.
Ευτυχία είναι να την μοιράζεις και ας μην την έχεις.
Ευτυχία είναι όταν ξέρεις να μετατρέπεις τα λάθη σε εμπόδια, τα εμπόδια σε εμπειρίες, τις εμπειρίες σε ζωή.
Ευτυχία είναι όταν οι αγαπημένοι σου δεν αντέχουν στιγμή μακριά σου.
Ευτυχία είναι να νομίζεις ότι ζεις μέσα σε όνειρο και όταν ξυπνάς να είναι πάλι εκεί.
Ευτυχία είναι όταν κλαις και γελάς μαζί. Δυνατά.
Ευτυχία είναι να είσαι πηγή ευτυχίας.

Η ευτυχία ορίζεται από τον Ηρόδοτο στον περίφημο διάλογο του Κροίσου με τον Σόλωνα για τον “ολβιώτατο” (ευτυχέστερο) των ανθρώπων. Σύμφωνα με τον Σόλωνα, ευτυχισμένος είναι αυτός που στη ζωή του δεν είχε κουσούρια, δεν γνώρισε ασθένειες και συμφορές, απέκτησε καλά παιδιά και είχε καλά στερνά: “Μηδένα προ του τέλους μακάριζε” είχε πει ο Σόλων στον αποσβολωμένο Κροίσο.

Θεωρώ ότι η πιο πάνω αντίληψη αφορά τα δεδομένα εκείνης της εποχής, χιλιάδες χρόνια πίσω από τη σύγχρονη δική μας. Αν ζούσε σήμερα ο Ηρόδοτος ίσως να μην θεωρούσε τον Τέλλο τον Αθηναίο ως τον ευτυχέστερο των ανθρώπων, επειδή έζησε σε πόλη που ευημερούσε, είχε παιδιά εξαίρετα στο σώμα και την ψυχή, παιδιά που απέκτησαν δικά τους και που έζησαν όλα και την καλή αυτή ζωή ήρθε να την σφραγίσει ένας λαμπρός θάνατος, ο θάνατος στη μάχη.
Δεν είναι απαραίτητο να είναι κάποιος ευτυχισμένος στις μέρες μας όταν είναι και η πόλη του αυτάρκης, ούτε χρειάζεται πια να επιβεβαιωθεί η ευτυχία του πολεμώντας και πεθαίνοντας για την πατρίδα. Πιστεύω ότι η ευτυχία είναι ξεχωριστές στιγμές που αθροίζονται και δημιουργούν το σύνολο.
Αν μου ζητήσεις να κάνω ένα “ξεκαθάρισμα” και να ορίσω την ευτυχία με μόνο ένα από όσα σου προανέφερα, θα περιοριζόμουν στο: Ευτυχία είναι να την μοιράζεις και ας μην την έχεις.
Η υπέρτατη ευτυχία για τον άνθρωπο είναι να μετατρέπει το δικό του σκοτάδι σε φως για όλους. 
 


Γλαύκη
Πέτρο, παίρνω ξανά την σκυτάλη από σένα με την τελευταία φράση σου «Η υπέρτατη ευτυχία για τον άνθρωπο είναι να μετατρέπει το δικό του σκοτάδι σε φως για όλους». Φαντάζομαι ότι εννοείς «σκοτάδι» τις δύσκολες στιγμές που ζει κάποιος, αλλά παρόλα αυτά έχει περίσσευμα από το σχεδόν τίποτα να προσφέρει χαρά και αισιοδοξία στους άλλους. Όποιος δεν είναι σε θέση να διακρίνει τις στιγμές στη ζωή του που θα του προσφέρουν την αίσθηση της ευτυχίας, τότε δεν έχει να δώσει τίποτε στους άλλους. Έχει επιτρέψει στον εαυτό του να «στραγγίσει» και μαζί του «στραγγίζουν» και οι γύρω του…
Θα πρόσθετα, λοιπόν, πως η ευτυχία δεν χαρίζεται. Κερδίζεται!
Αρκεί να έχεις «καθαρή ματιά» και να ξέρεις να αθροίζεις σωστά…
Καθώς είναι στιγμές χαράς, επιτυχίας (μικρής ή μεγάλης), προσφοράς, ομορφιάς, μοιράσματος με τους άλλους.
Καθρεφτίζεται στα πρόσωπα όσων σε αγαπούν, σε φροντίζουν, που μαζί τους αισθάνεσαι ασφάλεια, ζεστασιά κι εμπιστοσύνη.
Απολαμβάνεις όσα έχεις και δεν έχεις συνέχεια την αίσθηση του ανικανοποίητου. Ευχαριστιέσαι από τα μικρά πράγματα και δεν κρατάς την χαρά σου μόνο όταν έρθουν τα μεγάλα.
Όπως το πιο μικρό μες στην καθημερινότητα αλλά πολύτιμο, να χαμογελάς και οι άλλοι σου ανταποδίδουν με θέρμη.
Μην περιμένεις το τέλος να τη δεις, ίσως έτσι χάσεις το ραντεβού μαζί της…
 

Γλαύκη
Τι είναι ευτυχία, τελικά;
Είναι η μεγάλη νίκη και μόνο στο τέλος κρίνεται, όπως έλεγε εκείνος ο φίλος;
Ή όσα ειπώθηκαν παραπάνω;
Μήπως η αλήθεια είναι κάπου στη μέση;
Τι λέτε;



Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2015

Για τα παιδιά


Ένα μήνυμα για τα παιδιά από τον Jorge Luis Borges και ένα τραγούδι γι' αυτά από τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Και τα δύο αφορούν περισσότερο στη στάση των γονέων ή των ενηλίκων γενικά απέναντι στα παιδιά. Σε μια εποχή που έχει ανάγκη από μια εντελώς διαφορετική γενιά, πιο ώριμη, πιο υπεύθυνη και αποφασισμένη να αλλάξει πολλά, για να ζήσει ανθρώπινα και όχι ως αριθμός καταναλωτικού προϊόντος!

Τα λόγια του Borges στην παρακάτω παρουσίαση διαφανειών: 



Στην πορεία θα υπάρξουν ίσως φορές που θα αναφερθώ κι εγώ στα παιδιά μέσα από την δική μου εμπειρία, η οποία είναι αρκετά μεγάλη. Συχνά λέω ότι αυτός εδώ ο χώρος θα είναι έξω τελείως από την επαγγελματική μου ιδιότητα, όμως οι μεγάλες αγάπες δεν ξεχνιούνται ποτέ... Είναι τόσα πολλά, τα οποία θα μπορούσα να μεταφέρω, που κάποιες στιγμές δεν βρίσκω τα λόγια! 





Θα τους δώσουμε την ευκαιρία;



Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015

10 τραγούδια... 10 στιγμές!


Εν αναμονή των εξελίξεων της ευρωπαϊκής βαρβαρότητας απέναντι στην χώρα μας, ας κάνουμε μια σύντομη διαδρομή μέσα από την μουσική! Αναμασώντας διαρκώς τα ίδια δεν προσφέρουμε κάτι παραπάνω! Το πιο σημαντικό απ' όλα σε αυτή την φάση είναι να κοιτάμε πέρα από το οφθαλμοφανές... και να μην περνάμε σε εύκολες κρίσεις σαν τις κουτσομπόλες της γειτονιάς και γιατί δεν βλέπουμε, κλεισμένοι στον μικρόκοσμό μας, και γιατί δεν είμαστε σε θέση να ελέγξουμε την αγωνία μας!!! Εντάξει, έφυγα πολύ μακριά από αυτό που παρουσιάζω παρακάτω, αλλά δεν μπορώ και να ξεφύγω από αυτά που ακούω γύρω μου...!!!

Η σημερινή ανάρτηση έχει πολλή μουσική και μάλιστα με αρκετά "παρδαλή" συλλογή μουσικών κομματιών! Αφορά σε τραγούδια, κατά κύριο λόγο ξένα και  κάποια ελληνικά, που έμειναν στην μνήμη μου, γιατί συνδυάστηκε το άκουσμά τους με στιγμές σημαντικές της ζωής μου! "Παρδαλή", λοιπόν η συλλογή, όπως "παρδαλή" είναι και η ζωή...
Ακολούθησα την κατ' επανάληψη παρότρυνση της μπουκλωτής φίλης Αριστέας και το μενού είναι έτοιμο! Σίγουρα για να ρίξετε άφθονο γέλιο ή να αναπολήσετε ή ακόμα και να συγκινηθείτε!
(Την παρουσίαση δεν την κάνω όπως όσοι ασχολήθηκαν μ' αυτό, δηλαδή με χωριστή λίστα ξένων τραγουδιών και χωριστή ελληνικών, αλλά με βάση μόνο τις στιγμές, οι οποίες με οδήγησαν στην δική μου λίστα.)


Πάμε για την "παρδαλή" διαδρομή
(Πατώντας πάνω στα μουσικά κομμάτια μπορείτε να τ' ακούσετε.)
 
1ος σταθμός
"Baby Jane" Rod Stewart
 Με την φιλενάδα μου πήγαμε οι δυό μας ν' αγοράσουμε την πρώτη μου κασέτα στα τέλη του δημοτικού με αρχές γυμνασίου! Μέχρι τότε μόνο ραδιόφωνο και πολύ μου ήταν... Με περηφάνια ξεκινούσα την συλλογή μου από μουσικές κασέτες! Χαρές και πανηγύρια! Ανέβηκα κλάσεις... ήμουν κι εγώ μεγάλη πια!!!

2ος σταθμός
"Rock You Like a Hurricane" Scorpions
 Λίγο αργότερα αναβαθμιστήκαμε... Έγινε αγορά πικ-απ!!! Το έχω μέχρι σήμερα, διότι η επιλογή ήταν πάρα πολύ καλή! Σίγουρα δεν παίρναμε τέτοιες συσκευές εύκολα... μαζεύαμε χρήματα από το χαρτζηλίκι για κάποια χρόνια... Εκεί κι αν ανεβήκαμε "σκάλες" στα μάτια της παρέας! Όλα τα χαρτζηλίκια στη συνέχεια πήγαιναν σε δίσκους φυσικά! Μια συλλογή που είναι σε άριστη κατάσταση μέχρι σήμερα. Το τραγούδι αυτό, λοιπόν, των Scorpions στάθηκε η αφορμή να πάρω το πρώτο δισκογραφικό άλμπουμ "Love At First Sting"!

3ος σταθμός
"When the Smoke is Going Down" Scorpions
Ναι, καλά καταλάβατε... ο πρώτος χορός κολλητά... πολύ κολλητά βρε παιδάκι μου! Σ' αυτό το πάρτυ - μέχρι τότε δεν χορεύαμε κολλητούς χορούς - τα κορίτσια είχαν παραταχθεί στον έναν καναπέ και τ' αγόρια στον απέναντι και μάλιστα σε κάποια απόσταση μεγαλούτσικη... Περιμέναμε όλοι κάτι... δεν ξέραμε τι! Ευτυχώς κάποιος έκανε την αρχή, που μάλλον ήξερε, και στην πορεία δεν ξεκολλάγαμε!!! Πάλι καλά, δεν το "έκαψα" το αγαπημένο μου κομμάτι, μια και η πρόσκληση ήρθε από εκεί που είχα προλάβει να επιθυμήσω... Ήμουν και τυχερή πάντως - βρε πώς αλλιώς το λένε αυτό, πώς το λένε, αφού δεν συμβαίνει εύκολα και κομμάτι και αγόρι!!! 

4ος σταθμός 
"Another Brick In The Wall" Pink Floyd
Μετά από αυτό έμαθα τι σημαίνει καλή μουσική και μπήκα σε άλλες διαδρομές μουσικές, ιδεολογικές, προσωπικές, χωρίς να ξεχνώ και τις άλλες μου μουσικές αγάπες! Ήταν το τραγούδι που μ' έκανε ν' αποφασίσω ότι θα μπω στην εκπαίδευση ως εχθρός και αντίπαλος αυτών των δασκάλων που περιγράφει το τραγούδι! Θα μπω σαν τον Δον Κιχώτη και θα παλέψω με ανεμόμυλους... Θα είμαι "πώς είναι αυτοί, ε, καμία σχέση"... Πιστεύω ότι σε ένα βαθμό τα κατάφερα! 
Τραγούδι πραγματικός σταθμός για μένα, όπως και για πάρα πολλούς άλλους φαντάζομαι! 

5ος σταθμός
"Call of the wild" Eloy
Πρώτη πιο σοβαρή σχέση, ένας έρωτας κεραυνοβόλος, ένας έρωτας που ξεκίνησε μέσα από τα κοινά γούστα στην μουσική! Η αρχή έγινε με μία μουσική συλλογή που μου προσφέρθηκε ως δώρο! Χτυποκάρδι ατελείωτο και επικοινωνία μέσω τηλεπάθειας! Μια πολύ γλυκιά ανάμνηση!


6ος σταθμός
"Lady grinning soul" David Bowie
 Εμπλουτίζω τα μουσικά μου γούστα... Εδώ η συνάντηση με τον "εξωγήινο" της ζωής μου αλλά... πολύ γήινο ον! Της δράσης (πάντα από χθες, διότι κάθε σήμερα είναι ήδη αργά...), της λεπτομέρειας, της θύελλας και της ανεμοδούρας (κάτσε σ' ένα σημείο βρε παιδάκι μου)!!! Προλαβαίνεις να σκεφτείς πλάι σ' ένα τέτοιο ον; Πού να σκέφτεσαι τώρα... ακόμα τρέχεις! Μια συμπόρευση αρκετών χρόνων πια κι όποιος αντέξει!!!
Έχει συνέχεια παρακάτω... με δόσεις η "εξωγήινη θύελλα"! 

7ος σταθμός 
"Το κόκκινο φουστάνι" Ελευθερία Αρβανιτάκη  
Εδώ γελάτε με την καρδιά σας!
Και δεν φορούσα και κόκκινο φουστάνι... Για χάρη του "εξωγήινου" πλάσματος που λέγαμε παραπάνω έκανα τέτοιου μεγέθους υπέρβαση που δεν την τόλμησα ποτέ ξανά!!! Χόρεψα στον ρυθμό του τραγουδιού της Αρβανιτάκη και μάλιστα πάνω στο τραπέζι (και στο τραπέζι κιόλας) του μπαρ που βρισκόμασταν... δηλαδή ν' ανοίξει η γη να με καταπιεί! Θα το φέρω βαρέως για πάντα! Για πολλές γυναίκες είναι πολύ συνηθισμένο, ε, για μένα ήταν κάτι εξωπραγματικό! Α, και ο "εξωγήινος" μάλλον ήταν "φευγάτος" εκείνη την ημέρα, μια και δεν είναι οπαδός του μουσικού είδους... Μετά από αυτό ακολούθησαν τα "ισόβια"... ας πρόσεχα!

Οι επόμενοι σταθμοί είναι διάσπαρτοι στον χρόνο και δεν ακολουθούν την χρονική σειρά όλων των παραπάνω. 

8ος σταθμός 
"Dark Side Of The Moon" Pink Floyd
Συνόδευσε την πιο παράξενη και απόλυτα αισθησιακή στιγμή, τότε που ακολουθείς την ισχυρή επιθυμία με τυφλά μάτια.

9ος σταθμός
Για όλα τα ξενύχτια σ' εκείνες τις δύσκολες στιγμές... Ένα τραγούδι που μ' έβαλε στην διαδικασία να χαράξω στην μνήμη μου για πάντα ό,τι έχω αγαπήσει και αγαπώ περισσότερο στην ζωή μου! Συντροφιά μου ένα μεθύσι που ακολούθησε και δεν θα το ξεχάσω όσα χρόνια κι αν περάσουν.

10ος σταθμός
"Soldier Of Fortune" Deep Purple 
 Για τους αποχαιρετισμούς που αποτελούν τους θησαυρούς μου.



Κι εδώ έλαβε τέλος η χρονική περιπλάνηση - εξομολόγηση - "παρδαλή" διαδρομή μου! 





 

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

Η παράξενη αγάπη του αλόγου και της λεύκας!...

Το σημερινό κείμενο είναι μία από τις πιο δημοφιλείς παλαιότερες συμμετοχές και συνεργασίες μου στον διαδικτυακό τόπο της Πέτρας τον "Πιο πιστό φίλο του σκύλου"  (εδώ θα βρείτε και τα σχόλια της ανάρτησης). Πρόκειται για την συνεργασία μου με τη Σοφία ΜΒ πάνω σε μια προσπάθεια να μιλήσουμε για την αγάπη με την βοήθεια των δισσών λόγων, για τους οποίους θα βρείτε μία πολύ καλή παρουσίαση από τον φίλο Μαζεστίξ . Από εκείνον άλλωστε εμπνευστήκαμε την ιδέα!

  Πρόλογος: Γλαύκη.  Όταν η αγάπη νικά τη διαφορετικότητα… Ένας ύμνος, για μένα, από την παιδική λογοτεχνία για τη δύναμη της αγάπης! Η αγάπη προς τον Άλλο, όποιος κι αν είναι αυτός! Είναι εκείνη που όχι μόνο γκρεμίζει τα τείχη του διαφορετικού, αλλά αναδεικνύει και στηρίζει αυτά τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά που έχουν και τα δύο μέρη μέσα από την αποδοχή, το θαυμασμό και τον απόλυτο σεβασμό.

Ενάντια στον ναρκισσισμό, το βόλεμα, το «σιγουράκι», την απληστία, την αδιαφορία, τον εγωισμό και την απάθεια, την υποκρισία, την ανηδονία, τη μοναξιά, το φόβο και … την ψυχρή λογική!!! Μια ιστορία που την απολαμβάνουμε με τους μαθητές μου…
Να μια αγάπη που δε σε προδίδει ποτέ!!! Σοφία, αν θες, έλα να κάνουμε διάλογο για την αγάπη μέσα από τη λογοτεχνία. Έλα, γιατί μια αγάπη μάς σώζει… (Σίγουρα μέσα από τα αποσπάσματα η ιστορία χάνει αρκετή από την ομορφιά της, όμως δε γινόταν αλλιώς!)
_________________________________
«Στο μεγάλο λιβάδι είχε φυτρώσει μια ψιλόλιγνη λεύκα […] Όλοι τη θαύμαζαν για τη λυγεράδα, την κορμοστασιά της και προπαντός για την ασημένια της τη φορεσιά […]
Ολομόναχη, λοιπόν, χωρίς φίλους, συλλογιζόταν»
«Τόσο περήφανο άλογο δεν είχε ξαναπατήσει στο λιβάδι […] Πήγε να σπάσει η καρδιά της, όταν το άσπρο άλογο σταμάτησε εκεί κοντά κι ο καβαλάρης το έδεσε στον κορμό της.»
«Και τότε η λεύκα χαρούμενη που επιτέλους πια την άκουσε το άσπρο άλογο απάντησε:
Το καθετί πάνω στη γη έχει τη γλώσσα του. Και είναι οι γλώσσες που για να τις μάθεις χρειάζεται να τις σπουδάζεις χρόνια και χρόνια. Υπάρχουν όμως κι ένα σωρό άλλες γλώσσες. Για να τις καταλάβεις αυτές φτάνει μόνο να θέλεις να τις καταλάβεις, να δώσεις προσοχή σ’ αυτόν που προσπαθεί να σου μιλήσει.»
«Όμως ένα πρωί το άλογο δε φάνηκε.
[…] - Πάει, με τον καιρό θα με ξεχάσει το άσπρο άλογο, συλλογιζόταν κι η καρδιά της βάραινε σαν σίδερο.
[…] Μια νύχτα που η παγωνιά είχε ξαφνιάσει όλη τη φύση και το άλογο τουρτούριζε απ’ το κρύο, μα που το κρύο και η παγωνιά μες στην καρδιά του ήταν πιο αβάσταχτα, πήρε τη μεγάλη απόφαση:
Δεν το αντέχω άλλο, θα σπάσω το σκοινί. Η λεύκα με χρειάζεται και τη χρειάζομαι κι εγώ.»
«Για δες, τι παράξενη, τι αταίριαστη αγάπη είναι πάλι και τούτη. Πάει, χάλασε ο κόσμος. Ένα άλογο με μια λεύκα. Ας γελάσω…
Σήκωσαν ψηλά τα μάτια τους και είδαν να περνά ένα μαύρο κακομούτσουνο σύννεφο.
Θα τρέξω να πω τα νέα και στα άλλα σύννεφα πίσω από τους λόφους, για να γελάσουμε με την ψυχή μας.» «Περίπατο εγώ; Εγώ είμαι δέντρο. Το ξέχασες, καλό μου άσπρο άλογο; Τα δέντρα μένουν ριζωμένα στην ίδια θέση.
Το ξέρω, μένουν ακίνητα, γιατί ποτέ κανένα δε δοκίμασε να περπατήσει. Μα είμαι σίγουρο πως μαζί μου θα κάνεις λίγα βήματα απόψε. Θα είσαι το πρώτο δέντρο που περπάτησε στη γη.»
«Και μια απ’ αυτές τις νύχτες να σου πάλι ο φίλος τους το ολοστρόγγυλο φεγγάρι τριγυρισμένο από εκατομμύρια αστέρια.
Σας έφερα το δώρο σας […] ένα κόκκινο σακούλι […] Μέσα του έχει μια μαγική χρυσόσκονη!
Διαλέξτε: Θέλετε να ζήσετε σαν άλογα ή σαν λεύκες;
[…] Σ’ ευχαριστούμε , φεγγαράκι, για το δώρο σου, μα προτιμάμε να μείνουμε όπως είμαστε. Είμαστε τόσο ευτυχισμένοι.
[…] Για μας η αγάπη μας είναι τόσο ταιριαστή! Κι έτσι θα μείνουμε εκείνη λεύκα, άλογο εγώ.»
«Τρελό από ενθουσιασμό χειροκροτούσε το φεγγάρι […]
Κι ήταν εκείνη η μόνη νύχτα που το φεγγάρι ξέχασε να συνεχίσει το ταξίδι του στον ουρανό.»



__

_____________________
Εσύ, μπορείς να αγαπήσεις το διαφορετικό, εκείνο που μιλάει μια αλλιώτικη γλώσσα από τη δική σου; Ή σε τρομάζει;

Σοφία: Όσο ελκυστικό και ενδιαφέρον κι αν φαίνεται το διαφορετικό, δεν μπορεί μια αγάπη μεταξύ εντελώς διαφορετικών ανθρώπων να κρατήσει. Αν ο ένας είναι λεύκα, θα θέλει να βγάλει πιο βαθιές ρίζες και να πετάξει μεγαλύτερα κλαδιά. Η λεύκα δεν φιλοδοξεί να περπατήσει. Ούτε και θα μπορούσε άλλωστε. Κι αν ο άλλος είναι άλογο θα θέλει να τρέχει μακριά, να σκίζει τον άνεμο, να σημαδεύει με τις οπλές του τους κάμπους.

Το πολύ – πολύ να καθίσει κάτω απ΄ τη σκιά της λεύκας για λίγο για να ξαποστάσει. Μα θα ‘ναι ένα μικρό διάλειμμα. Πώς να δεθεί για πάντα εκεί; Πώς να καταπνίξει τη φύση του; Και – κακά τα ψέματα – η φύση των ανθρώπων δεν αλλάζει. Πόσο λάθος κάνουμε όταν προσπαθούμε να αλλάξουμε τον άλλο, να τον φέρουμε στα νερά μας, να τον κάνουμε ίδιο με μας; Γιατί αυτό συμβαίνει συνήθως… στην αρχή ενθουσιαζόμαστε γιατί ένας διαφορετικός από μας άνθρωπος, με άλλες καταβολές, άλλο επίπεδο, άλλους προσανατολισμούς, άλλες προσλαμβάνουσες μας προσφέρει καινούργιες εμπειρίες.

Μα ο άνθρωπος αισθάνεται τελικά καλύτερα μέσα στην ασφάλεια της οικειότητας, μέσα σε γνώριμες καταστάσεις και συνεννοείται καλύτερα με ανθρώπους με τους οποίους έχει κοινές αντιλήψεις. Ποιος μας καταλαβαίνει άραγε καλύτερα; Είναι, λες, η δύναμη της αγάπης τόσο μεγάλη που μπορεί να καλύψει τέτοιες μεγάλες διαφορές; Τα ετερώνυμα έλκονται, μα τα ετερώνυμα συγκρούονται κιόλας με ανυπολόγιστες ζημιές. Ασφαλώς κανείς δεν είναι ίδιος με τον άλλο, αλλά για να έχει διάρκεια η αγάπη πρέπει να υπάρχουν κάποιες βασικές κοινές συνισταμένες.

Κι εκείνα τα κακομούτσουνα μαύρα συννεφάκια δε ρίχνουν βροχή αλλά δηλητήριο με κάθε ευκαιρία. Κι επειδή δε ζούμε μόνοι μας στον κόσμο …«εσύ κι εγώ μόνοι πάνω στη γη»…μια χαρά μεθοδικά και σταθερά την κάνουν τη δουλειά τους τα συννεφάκια και αποστραγγίζουν τον όποιο ενθουσιασμό. Λεύκα και άλογο: ασύμβατη αγάπη και καταδικασμένη!

Γλαύκη: Ποιος είπε όμως ότι η αγάπη συμβαδίζει με τη λογική; Είναι πέρα, κι έξω και παραπάνω από αυτή. Όταν συμβαίνει, τον πρώτο λόγο τον έχει η καρδιά, η οποία δεν υποτάσσεται σε φυσικούς ή ανθρώπινους νόμους, κανόνες, κοινωνικές τάξεις, κουλτούρα, ηλικία, χρώμα, γλώσσα…

Ναι, στην αρχή υπάρχει ενθουσιασμός, όμως είναι σίγουρο ότι προέρχεται μόνο από την ελκυστικότητα που εκπέμπει το διαφορετικό, από την επιθυμία να εξερευνήσουμε το «ξένο»; Ή και από την αυτόματη (ίσως ενστικτώδη), μη αντιληπτή άμεσα, αναγνώριση στοιχείων στον άλλο, με τα οποία αισθανόμαστε να υπάρχει ταύτιση ή ότι λειτουργούν συμπληρωματικά προς εμάς; Αυτά τα κοινά στοιχεία ή όσα αλληλοσυμπληρώνουν τα δύο μέρη είναι που δρουν καταλυτικά ενάντια στα τείχη της διαφορετικότητας, μειώνουν το «χάσμα», εξισορροπούν την αλληλεπίδραση και θεμελιώνουν την αγάπη.

Η αγάπη, στηριζόμενη στα όσα προτάσσει η καρδιά και στα στοιχεία ένωσης και σύμπνοιας που αντιλαμβάνεται ο νους, οδηγεί τους ανθρώπους στο θαυμασμό, την αποδοχή και το σεβασμό του ενός προς τον άλλο. Όταν αυτά συνυπάρχουν, πώς είναι δυνατό να θελήσει ο ένας να επιβάλει την αλλαγή στον άλλο, προς ίδιον όφελος; Αποδέχομαι τον άλλο σημαίνει τον δέχομαι όπως είναι. Τον χρειάζομαι γι’ αυτό που είναι. Σέβομαι τις επιθυμίες, τις ανάγκες, τις απόψεις του. Εν τέλει, αφού τον θαυμάζω, για μένα θα στέκει επάξια στο ύψος των δικών μου ματιών.

Η λεύκα αναγνώριζε τη λαχτάρα του αλόγου να τρέχει ελεύθερο μακριά, να καλπάζει χαρούμενο και δε σκέφτηκε ούτε στιγμή να το κρατάει δέσμιο κοντά της. Έτσι, κι εκείνο γύριζε πάντα και τη συντρόφευε καθισμένο στα πόδια της. Εκείνη απολάμβανε το λίκνισμα στο απαλό αεράκι και τους μικρούς νυχτερινούς περιπάτους μαζί του. Ο καθένας ήταν ο εαυτός του και οι δύο βρήκαν τρόπους να είναι μαζί χωρίς κανένα μέσο επιβολής ή πίεσης. Χρειάζονταν ο ένας τον άλλο, γιατί τους ένωνε η αγάπη.

Επίσης, είναι τελείως διαφορετικό να συμβάλλει κάποιος στην ανάπτυξη του άλλου, αναδεικνύοντας ακόμη περισσότερο τα θετικά του χαρακτηριστικά, ωθώντας τον με τρυφερότητα και κατανόηση να κάνει ένα βήμα παραπέρα, που ίσως ποτέ δε θα το τολμούσε από μόνος του. Αυτό μόνο αγάπη αποπνέει…

Όσο για τα κακομούτσουνα μαύρα συννεφάκια μπορούν να ρίχνουν όσο δηλητήριο θέλουν, εδώ ρίχνουν και σε συμβατές αγάπες, μόνο και μόνο από ζήλια! Από αυτά δε γλιτώνεις, οπότε κρατάς μια μεγάλη πολύχρωμη ομπρέλα και τ’ αφήνεις στη μιζέρια και την κακομοιριά τους μέχρι να βαρεθούν και να φύγουν... Λεύκα και άλογο: γιατί όχι, μια συμβατή και γεμάτη ελπίδες αγάπη! Ίσως, μια πιο αληθινή και βαθιά αγάπη μέσα από τα δύσβατα μονοπάτια που καλείται να περάσει!